- δοκητισμός
- Διδασκαλία που εμφανίστηκε στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού και καταδικάστηκε ως αιρετική από την επίσημη Εκκλησία. Παρότι ο δ. αποδεχόταν ότι o Ιησούς Χριστός είχε ανθρώπινο σώμα, θεωρούσε ότι το σώμα αυτό ήταν φαινομενικό και αρνιόταν την ανθρώπινη υπόστασή του. Αποτέλεσμα της διδασκαλίας αυτής ήταν η άρνηση από τον δ. της γνησιότητας της ευαγγελικής διήγησης σχετικά με τα πάθη, τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού· δηλαδή, άρνηση του απολυτρωτικού έργου του Χριστού, το οποίο, σύμφωνα με τη θεολογική διατύπωσή του, ο Χριστός πραγματοποίησε με το μαρτύριό του πάνω στον Σταυρό ως άνθρωπος.
Ο δ. άνθησε στη Μικρά Ασία. Οι οπαδοί του δεν αποτελούσαν οργανωμένη θρησκευτική κοινότητα, αλλά ομάδες πιστών ποικίλων τάσεων. Οι πρώτες αναιρέσεις του δ. υπάρχουν ήδη στα κείμενα των Αποστόλων Παύλου και Ιωάννη και στις επιστολές του Ιγνατίου της Αντιόχειας. Όταν οι αρχές του άρχισαν να επικυρώνονται αποφασιστικά σε ένα άλλο μεγάλο ρεύμα χριστιανικής σκέψης, τον γνωστικισμό, μεγάλος αριθμός χριστιανών συγγραφέων άσκησαν πολεμική εναντίον του δ., μεταξύ των οποίων ο Ειρηναίος, o Τερτυλλιανός και o Αυγουστίνος. Παρ’ όλα αυτά, o δ., o οποίος από τα τέλη του 3ου αι. άρχισε να παρακμάζει, δεν εξαφανίστηκε τελείως· ίχνη του συναντώνται σε κείμενα χριστιανών συγγραφέων της περιόδου αυτής και στα μανιχαϊκά ρεύματα που εξαπλώθηκαν στις χώρες της Μεσογείου.
* * *ο (Μ δοκητισμός) [Δοκηταί]αίρεση τής οποίας βασικό δόγμα ήταν ότι η ενανθρώπιση τού Χριστού ήταν φαινομενική («ἐδόκει σάρκα ἔχων»).
Dictionary of Greek. 2013.